ΠΏΣ ΜΠΟΡΕΊ ΜΙΑ ΑΚΤΉ, ΜΙΑ ΜΑΡΊΝΑ ‘Η ΈΝΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΌ ΣΚΆΦΟΣ ΝΑ ΚΕΡΔΊΣΕΙ «ΓΑΛΆΖΙΑ ΣΗΜΑΊΑ»; Η «Γαλάζια Σημαία» μπορεί να απονεμηθεί σε ακτές, μαρίνες και τουριστικά σκάφη. Για τις ακτές συνολικά πρέπει να τηρούνται 33 κριτήρια, 38 για τις μαρίνες και 51 για τα σκάφη, τα οποία σε γενικές γραμμές αφορούν την καθαριότητα, την οργάνωση, την πληροφόρηση, την ασφάλεια λουομένων και επισκεπτών, την προστασία του φυσικού πλούτου της ακτής και του παράκτιου χώρου και την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση. Πιο συγκεκριμένα, για να κερδίσει μια ακτή τη Γαλάζια Σημαία, πρέπει να πληροί αυστηρά κριτήρια, που σχετίζονται με την ποιότητα των νερών κολύμβησης, που να επιβεβαιώνεται με δειγματοληπτικές μετρήσεις, τη μη απόρριψη βιομηχανικών λυμάτων στην ακτή και την επεξεργασία αστικών λυμάτων, όπως απαιτεί η Ευρωπαϊκή Οδηγία. Παράλληλα, θα πρέπει στην ακτή να υπάρχουν εκπαιδευμένοι ναυαγοσώστες, σωστικά εφόδια και πρώτες βοήθειες, σχέδιο για την αντιμετώπιση κάποιου ατυχήματος ρύπανσης και ασφαλής δίοδος στην ακτή και φροντίδα για άτομα με ειδικές ανάγκες. Στην ακτή θα πρέπει να απαγορεύονται η οδήγηση οχημάτων και μοτοποδηλάτων και η ελεύθερη κατασκήνωση, να υπάρχουν κάδοι απορριμμάτων, διαχείριση ανακυκλώσιμων συσκευασιών και επαρκείς εγκαταστάσεις υγιεινής, ενώ θα πρέπει να γίνεται περιοδικός καθαρισμός της, συντήρηση των γύρω κτιρίων και να υπάρχει επαρκής επιτήρηση των κατοικίδιων ζώων. Τέλος, θα πρέπει να υπάρχουν πληροφορίες τόσο για το πρόγραμμα «Γαλάζια Σημαία», όσο και την περιβαλλοντική προστασία του παράκτιου οικοσυστήματος. Να σημειωθεί, ωστόσο, πως απαραίτητη προϋπόθεση για τη βράβευση μιας ακτής με τη «Γαλάζια Σημαία» είναι η ποιότητα υδάτων σε αυτή να είναι «εξαιρετική». Καμία άλλη διαβάθμιση της ποιότητας, ακόμα και «καλή», δεν είναι αποδεκτή από το πρόγραμμα. Η βράβευση έχει διάρκεια ενός έτους. HIGH SEAS TREATY: ΙΣΤΟΡΙΚΉ ΣΥΜΦΩΝΊΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΊΑ ΤΩΝ ΩΚΕΑΝΏΝ Η προστασία του υγρού στοιχείου, ωστόσο, αποτέλεσε και θέμα διαπραγμάτευσης σε μια μαραθώνια συνεδρία 38 ωρών με τη συμμετοχή 193 χωρών στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη. Εκεί, υπογράφηκε μετά από δεκαετίες διαπραγματεύσεων μια ιστορική συμφωνία για την προστασία των ωκεανών, η Συνθήκη για τα Διεθνή Ύδατα (High Seas Treaty). Τα δύο τρίτα των ωκεανών του πλανήτη, τα επονομαζόμενα «διεθνή ύδατα» (high seas), βρίσκονται εκτός εθνικών ορίων, συχνά σε τεράστιες αποστάσεις από την πλησιέστερη ακτή. Τα διεθνή ύδατα ορίστηκαν το 1982, με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, όμως δεν διέπονται από κάποιο συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο διακυβέρνησης, παρά μόνο από αποσπασματικούς κανονισμούς. Η τεράστια αυτή έκταση παράγει σχεδόν το 50% του οξυγόνου που αναπνέουμε, φιλοξενεί το 95% της παγκόσμιας βιοποικιλότητας, άγνωστης ακόμη σε μεγάλο ποσοστό και είναι η μεγαλύτερη παγκόσμια αποθήκη διοξειδίου του άνθρακα, ενώ τουλάχιστον το 10% από τα γνωστά θαλάσσια είδη απειλείται με εξαφάνιση. Εντούτοις, μόλις το 1,2% προστατεύεται και οι χώρες τη χρησιμοποιούν για ναυσιπλοΐα, αλιεία, εξορύξεις και έρευνα, στην ουσία χωρίς έλεγχο. Η νέα συνθήκη στοχεύει να θέσει σε καθεστώς προστασίας το 30% των διεθνών υδάτων έως το 2030, ώστε να προστατευτεί η θαλάσσια βιοποικιλότητα και να μπορέσει να ανακάμψει. Στις προστατευόμενες ζώνες που θα δημιουργηθούν, θα οριστούν συγκεκριμένοι δίαυλοι ναυσιπλοΐας, καθώς και όρια στις απολήψεις αλιευμάτων και στις δυνατότητες εξορύξεων, ιδιαίτερα σε μεγάλα βάθη, πέρα από τα 200 μέτρα (deep sea mining). Οι διαβουλεύσεις του τελευταίου γύρου, που ξεκίνησαν στις 20 Φεβρουαρίου, κινδύνευσαν με αποτυχία λόγω αντικρουόμενων οικονομικών συμφερόντων, ιδιαίτερα στον τομέα της αλιείας, αλλά και λόγω των απαιτήσεων των αναπτυσσόμενων χωρών για μεγαλύτερο μερίδιο από τη «γαλάζια οικονομία». Κεντρικό σημείο τριβής μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών ήταν ο δίκαιος επιμερισμός των κερδών από την αξιοποίηση των θαλάσσιων γενετικών πόρων, δηλαδή του γενετικού υλικού των θαλάσσιων οργανισμών στα μεγάλα βάθη (σπόγγοι, φύκη, βακτήρια κ.ά.), που προσελκύει μεγάλο εμπορικό ενδιαφέρον λόγω των πιθανών χρήσεων, ιδιαίτερα στον τομέα της διατροφής και της φαρμακευτικής βιομηχανίας. Άλλα σημεία διαφωνίας ήταν η μεθοδολογία μελέτης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των διαφόρων δραστηριοτήτων και η διαδικασία καθορισμού και οριοθέτησης των προστατευόμενων περιοχών. Σημαντικό ρόλο για την επίτευξη συμφωνίας έπαιξε ο λεγόμενος «Συνασπισμός Υψηλών Προσδοκιών» (High Ambition Coalition), μιας ομάδας χωρών που περιλαμβάνει την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Κίνα. Μάλιστα, η Ε.Ε. υποσχέθηκε ποσό 40 εκατ. ευρώ για τη γρήγορη επικύρωση της συνθήκης και τα πρώτα στάδια εφαρμογής της. Η συνθήκη θεωρείται καθοριστική για να επιτευχθεί ο στόχος «30 μέχρι το 30», που συμφωνήθηκε στο Μόντρεαλ τον Δεκέμβριο του 2022, δηλαδή το να τεθεί υπό καθεστώς προστασίας το 30% των εδαφών και των θαλασσών του πλανήτη μέχρι το 2030. Το πρώτο μεγάλο βήμα έγινε, δεν υπάρχουν όμως περιθώρια εφησυχασμού, καθώς το περιθώριο έως το 2030 δεν είναι μεγάλο, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε ότι θα πρέπει κάθε χρόνο να τίθενται σε καθεστώς προστασίας 11 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα ωκεανού. Τα κράτη πρέπει να υιοθετήσουν επίσημα τη συνθήκη και να την επικυρώσουν το συντομότερο δυνατό, προκειμένου να τεθεί άμεσα σε ισχύ. CSR&ESG Review || 17
RkJQdWJsaXNoZXIy ODAxNzc=