businessfocus Πώς καλούνται ελληνικές αλλά και πολυεθνικές επιχειρήσεις να αντιδράσουν στη νέα πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας; Τι αλλάζει με τη λήξη των μνημονίων; Γράφει ο Ανέστης Ντόκας Οι ελληνικές επιχειρήσεις συνεχίζουν και μετά τη λήξη των μνημονίων να εργάζονται σε ένα τοξικό περιβάλλον χαμηλής αγοραστικής ζήτησης και έλλειψης ρευστότητας, αφού το τραπεζικό σύστημα αδυνατεί να χρηματοδοτήσει τις υγιείς ελληνικές επιχειρήσεις λόγω του ασήκωτου βάρους των 90 και πλέον δισ. ευρώ που είναι τα ληξιπρόθεσμα χρέη. Συνεπώς, οι ελληνικές εταιρείες θα πρέπει και αυτήν τη μεταμνημονιακή εποχή να διατηρήσουν σε επαρκή επίπεδα τις ταμειακές τους ροές και να αυξάνουν συνεχώς το δείκτη εξωστρέφειάς τους, μειώνοντας ταυτόχρονα το δείκτη εξάρτησης από την εγχώρια αγορά. Στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι να διασφαλίσει την ομαλή και με χαμηλό κόστος χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεών τους από τις ελληνικές τράπεζες. Αυτό θα επιτρέψει τη σταδιακή αποκατάσταση της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα και αναμένεται να οδηγήσει σε ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη. Σε διαφορετική περίπτωση, όπως έχουν δείξει διεθνείς μελέτες (π.χ. ΔΝΤ), η απουσία τραπεζικής χρηματοδότησης οδηγεί σε χαμηλότερους ρυθμούς μεγέθυνσης και πιο αναιμική ανάκαμψη, κατά την οποία επηρεάζονται αρνητικά οι επιχειρήσεις, οι κλάδοι και οι δραστηριότητες (π.χ. επενδύσεις) που βασίζονται σε εξωτερική χρηματοδότηση. Στην ίδια βάση, το πλέον βασικό ζητούμενο σε αυτή την κατεύθυνση είναι η συνέχιση της αποκλιμάκωσης του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η βελτίωση των ισολογισμών των τραπεζών που θα τους επιτρέψει να παρέχουν περισσότερη ρευστότητα στην οικονομία. Όπως αναφέρουν εκπρόσωποι μεγάλων βιομηχανιών, η πλέον κρίσιμη οικονομική μεταβλητή είναι η παραγωγικότητα της εργασίας, που έχει μειωθεί δραματικά στη χώρα μας στη διάρκεια της κρίσης. Η χώρα μας είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση όπου ημείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας οφείλεται στην ταχύτερη μείωση των μισθών από την παραγωγικότητα, ωστόσο μακροχρόνια ένα σενάριο συνεχούς μείωσης της παραγωγικότητας με τους μισθούς να συμπιέζονται όλο και περισσότερο προκειμένου να διατηρηθεί χαμηλά το μοναδιαίο κόστος εργασίας, δεν είναι βιώσιμο. Αντίθετα, η μακροχρόνια οικονομική μεγέθυνση και η αντιμετώπιση μακροοικονομικών ανισορροπιών απαιτούν τη σταθερή αύξηση της παραγωγικότητας, ο ρυθμός μεταβολής της οποίας θα πρέπει να αποτελεί το όριο αυξήσεων στους μισθούς. Ένας βασικός παράγοντας που θα οδηγήσει στην αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας είναι ο εκσυγχρονισμός και η αναβάθμιση των υπηρεσιών που παρέχει το κράτος προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Αλλαγή στρατηγικής για τις πολυεθνικές Ηκατάρρευση της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή μετά από μία δεκαετία οικονομικής κρίσης αρχίζει και έχει επιπτώσεις στη στρατηγική που ακολουθούν αρκετές θυγατρικές πολυεθνικών στην Ελλάδα. Μπορεί να παρέμειναν στη χώρα μας στα δύσκολα χρόνια της ύφεσης, ωστόσο οι χαμηλοί τζίροι λόγω έλλειψης αγοραστών επηρεάζουν τις αποφάσεις τους για το εμπορικό πλάνο που θα ακολουθήσουν το επόμενο διάστημα. Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι ο καταναλωτής στην Ελλάδα έχει περιορίσει στο ελάχιστο τις δαπάνες του, επηρεάζει και τη γενικότερη θέση της χώρας μας στη διεθνή αγορά με βάση τη στρατηγική που ακολουθούν οι μεγάλες πολυεθνικές. Η συνέπεια είναι ότι το επόμενο διάστημα θα ξεθωριάσει η εικόνα της Ελλάδας, με αποτέλεσμα να μην αποτελεί αυτόνομη αγορά στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης, τηςΜεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Ποιοι ξένοι όμιλοι εγκατέλειψαν την Ελλάδα στα χρόνια των μνημονίων Το σήμα εξόδου ξένων εταιρειών από την Ελλάδα έδωσαν πρώτες οι ξένες τράπεζες, αφού με την ορμή που εισήλθαν στην αρχή της δεκαετίας του 2000 στη χώρα μας με την απελευθέρωση της στεγαστικής πίστης, με την ίδια ορμή εγκατέλειψαν την Ελλάδα. Ενδεικτικό είναι ότι σύμφωνα με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών, το χρονικό διάστημα από τον Δεκέμβριο του 2007 έως τον Δεκέμβριο του 2016, οι εν λειτουργία τράπεζες, μέσω συγχωνεύσεων, εξαγορών και εξυγιάνσεων, μειώθηκαν από 64 σε 39, ενώ αποχώρησε το σύνολο των ξένων τραπεζών με δίκτυα εξυπηρέτησης πελατών, εκτός από την HSBC, με πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτές της Citigroup και της BNP Paribas. Εκτός Ελλάδας βρέθηκαν τραπεζικοί κολοσσοί όπως η Crédit Agricole, που είχε την πλειοψηφία της Εμπορικής Τράπεζας, η Société Générale, που είχε μεγάλο ποσοστό στη Γενική Τράπεζα, και η πορτογαλική Banco Commercial Portugues, που είχε ποσοστό στη Millenium Bank. Λιανεμπόριο και Βιομηχανία Η γερμανική αλυσίδα λιανεμπορίου Aldi ήταν η πρώτη ξένη αλυσίδα των σούπερ μάρκετ που αποχώρησε τα τελευταία χρόνια από την Ελλάδα. Η εταιρεία δεν κατάφερε να ανταγωνιστεί τα Lidl στον τομέα των σούπερ μάρκετ χαμηλού κόστους και σε συνδυασμό με την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης, αποφάσισε να αποχωρήσει από τη χώρα μας στα τέλη του 2010, ακυρώνοντας ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο ανάπτυξης ύψους 1,5 δισ. που είχε ανακοινώσει μόλις δύο χρόνια νωρίτερα. Λίγο πριν είχε αποχωρήσει και μια ακόμη γερμανική αλυσίδα, η εκπτωτική Plus, η οποία πούλησε τα καταστήματά της στην ΑΒ Βασιλόπουλος, καθώς και η Dia, που απορροφήθηκε από την Carrefour Μαρινόπουλος. Οκλάδος των σουπερ μάρκετ μετρά ακόμη δύο τρανταχτές αποχωρήσεις, οι οποίες όμως δεν συνοδεύτηκαν από «λουκέτα». Το καλοκαίρι του 2012, έφυγε από τη χώρα μας η Carrefour, αφήνοντας μόνο του τον όμιλο Μαρινόπουλο, με τη γνωστή κατάληξη. Δύο χρόνια αργότερα, το 2014, αποχώρησε και η γερμανική Makro, με τα καταστήματά της να περνάνε στον Σκλαβενίτη. Το 2010 αποχώρησε από την Ελλάδα και η γαλλική αλυσίδα ηλεκτρονικών, τεχνολογίας και πολυμέσων Fnac. Η κοινοπραξία του ομίλου Μαρινόπουλου και του ομίλου Ρinault - Ρrintempts - Redoute (ΡΡR) αποφάσισε να σταματήσει τη λειτουργία και των τριών καταστημάτων που διατηρούσε, ενώ τα δύο από αυτά πέρασαν στον όμιλο Public. Έτσι, υπό το βάρος συσσωρευμένων ζημιών ύψους 20 εκατ. ευρώ, η γαλλική αλυσίδα τερμάτισε την πεντάχρονη παρουσία της στην Ελλάδα. Άλλη μια αλυσίδα ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών που αποχώρησε από τη χώρα μας ήταν και η Saturn, με την εταιρεία όμως να μένει στην Ελλάδα με το δίκτυο της Media Markt. Η γερμανική εταιρεία Contitech, γνωστή από τα ελαστικά Continental, αποφάσισε τονΜάρτιο του 2016 να σταματήσει, μετά από 44 χρόνια, τη λειτουργία του εργοστασίου που απασχολούσε περισσότερους από 130 εργαζομένους. Ως λόγους για το «λουκέτο» η γερμανική πολυεθνική ανέφερε τημειωμένη ζήτηση για τα προϊόντα που παράγει η ΙΜΑΣ, λόγω της παγκόσμιας ύφεσης στην εξορυκτική βιομηχανία. Επίσης, σταμάτησε τη λειτουργία της η μεγαλύτερη ελληνική βιομηχανία προϊόντων χάρτου Softex (Αθηναϊκή Χαρτοποιία). Η πολυεθνική Bolton Group, που είχε τον έλεγχο της εταιρείας, αποφάσισε να κλείσει το εργοστάσιο του Βοτανικού μετά από μια μεγάλη πυρκαγιά που είχε ξεσπάσει τον Ιούλιο του 2015. Αποχώρησαν, επίσης, από την Ελλάδα μετά από δεκαετίες παρουσίας στην εγχώρια αγορά, η βρετανική BP και η αγγλοολλανδική Shell, που αποφάσισαν να πουλήσουν όλες τους τις δραστηριότητες στην Ελλάδα αντίστοιχα σε Ελληνικά Πετρέλαια και Motor Oil. Πολλές ξένες γνωστές αλυσίδες αναγκάστηκαν να περιορίσουν τα πλάνα ανάπτυξής τους (π.χ. Mc Donald’s) ή ακόμη και να κλείσουν καταστήματά τους (π.χ. Starbucks). Από τις αλυσίδες της εστίασης που εξαφανίστηκαν από την ελληνική αγορά, ξεχωρίζουν τα Applebee’s, τα οποία σταμάτησαν τη λειτουργία τους μετά από 15 χρόνια παρουσίας στη χώρα μας. Τέλος, η εταιρεία Bacardi αποφάσισε τον Ιανουάριο του 2016 να σταματήσει την αυτόνομη παρουσία της στην Ελλάδα μετά από 18 χρόνια και να δώσει τη διανομή των προϊόντων της σε άλλες εταιρείες. Μετά τα μνημόνια, τι; Οι χαμηλοί τζίροι λόγωέλλειψης αγοραστών επηρεάζουν τις αποφάσεις πολυεθνικών για το εμπορικό πλάνο 19 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2018
RkJQdWJsaXNoZXIy ODAxNzc=