Business News Magazine #7

coverstory Αλίκη Περρωτή εκείνη που ανέλαβε να μεταφράζει τα λόγια του πατέρα της στους κατακτητές. Θυμάται, επίσης, τις ημέρες του μεγάλου διχασμού μετά τον πόλεμο, με το φορτισμένο κλίμα, που είχε οδηγήσει ακόμη και σε περιστατικά κατά τα οποία είχε απειληθεί η ζωή η δική της και της οικογένειάς της. Το πατρικό της σπίτι στη Λεωφόρο Αμαλίας 42 βρισκόταν στην περιοχή που αποτέλεσε πεδίο συγκρούσεων κατά την περίοδο των Δεκεμβριανών και δεν μπορεί να ξεχάσει την ημέρα που οι αντάρτες εισέβαλαν στην πολυκατοικία και πυροβόλησαν το θυρωρό αναζητώντας τον πατέρα της, που φυγαδεύτηκε την τελευταία στιγμή. Η ίδια κατόρθωσε να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τη Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, ζητώντας βοήθεια και η παρέμβαση της ήταν καθοριστική, σώζοντας στην ουσία τη ζωή των ενοίκων της πολυκατοικίας. Τις επόμενες δε ημέρες, 3-4 γειτονικές πολυκατοικίες επί της Αμαλίας επιτάχθηκαν και οι Βρετανοί έστειλαν στρατιώτες για να τις φυλάνε. Γάμος-διαβατήριο για το Λονδίνο Το περιστατικό αυτό αποτέλεσε την αφορμή για να γνωρίσει, σε ηλικία 18 ετών, τον πρώτο της σύζυγο, έναν νεαρό Βρετανό αξιωματικό με τον τίτλο του ταγματάρχη, ηλικίας 23-24 ετών, ο οποίος για μεγάλο χρονικό διάστημα έμενε στο σπίτι τους, για να τους προστατεύει, σε ένα δωμάτιο επιταγμένο μετά τα περιστατικά. «Ένα ιδιαίτερα ευγενές παιδί, μεγαλωμένο από εξαιρετικούς γονείς», όπως τον περιγράφει, ο ΜπόμπυΜπαρτολομιού, ερχόταν στην πολυκατοικία αργά το απόγευμα από τα γραφεία της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής και συχνά αποδεχόταν τις προσκλήσεις του πατέρα της, Θόδωρου Κωνσταντόπουλου, να φάει μαζί τους, μοιραζόμενος τα λιγοστά τρόφιμα («λίγο φασόλι, λίγη φάβα…»), που είχε στη διάθεσή της η οικογένεια. Μια φιλική γνωριμία ξεκινά μεταξύ τους και αν και δεν εξελίσσεται σε φλερτ ή σχέση μετά από κάποιο καιρό, η νεαρήΑλίκηΠερρωτή προχωρά σε ένα τολμηρό βήμα. «Του ζήτησα, έπεσα στα γόνατα όπως λέμε, να με παντρευτεί. Ήθελα να με πάρει μαζί του στο Λονδίνο, που μέχρι τότε είχα δει μόνο στο χάρτη. Αρχικά, είχε τους ενδοιασμούς του. Μου ανέφερε πως δεν είχε χρήματα και δεν είχε δουλειά. Με θεωρούσε και πολύ νέα γι’ αυτόν. Μετά από λίγο καιρό όμως, χάρη στην επιμονή μου (γέλια), αποφάσισε να γράψει στους γονείς του και να ζητήσει την άδειά τους, για να με παντρευτεί. Οι γονείς του συμφώνησαν και ο Μπόμπυ, που ήταν Εβραίος στο θρήσκευμα, έγινε για χάρη μου Χριστιανός Ορθόδοξος και βαφτίστηκε, για να μπορέσουμε να παντρευτούμε». Ο Θόδωρος Κωνσταντόπουλος δίνει και αυτός την ευχή του, αν και οΜπόμπυ του δηλώνει πως δεν έχει χρήματα, και ο γάμος των δύο νέων γίνεται πραγματικότητα. Μία εβδομάδα μετά την τελετή, η οποία έγινε στην εκκλησίαΜεταμόρφωση του Σωτήρος στην Πλάκα, ένας συμπατριώτης φίλος του Μπόμπυ, σε μια βραδιά στηΛέσχηΒρετανών Αξιωματικών, στην Αθήνα, της αποκαλύπτει πως τα πράγματα δεν είναι όπως ακριβώς τα νομίζει. «Αλίκη, είσαι ευτυχισμένη τώρα που παντρεύτηκες τον Μπόμπυ;» τη ρωτάει και εκείνη του αποκρίνεται πως όντως είναι, κι ας μην είναι πλούσιος οΜπόμπυ. «Βobby is not rich. He is a millionaire», της απαντάει γελώντας, αποκαλύπτοντας πως στην πραγματικότητα ο σύζυγός της είναι γόνος μιας ιδιαίτερα πλούσιας οικογένειας στην Αγγλία, την οποία και θα γνωρίσει λίγο καιρό αργότερα, όταν μετά από ένα περιπετειώδες ταξίδι, που διήρκεσε περίπου ένα μήνα, θαφτάσει στο Λονδίνο. Ηοικογένεια του Μπόμπυ διαθέτει πολυκατοικίες, ξενοδοχεία και επιχειρήσεις λιανικής στην Αγγλία, με τις οποίες ασχολούνται τόσο οι γονείς του όσο και τα δυο -εν ζωή- αδέρφια του με τις συζύγους τους. Ο Μπόμπυ μπαίνει και αυτός στις δουλειές της οικογένειας, ενώ σχετικά σύντομα το ζευγάρι αποκτά και την κόρη τους, Μαρί Λουίζ, η οποία γεννιέται εκείνο το διάστημα στο Λονδίνο. 48 ώρες έξω από το σπίτι Η ζωή με τον Μπόμπυ την οδηγεί στη Ροδεσία λόγω της ασθένειας του πεθερού της και αρχίζει να μοιράζει το χρόνο της μεταξύ της σημερινής Ζιμπάμπουε και της Ελλάδας, την οποία επισκεπτόταν για ένα μήνα τουλάχιστον το καλοκαίρι. Λίγα χρόνια μετά, όμως, τα πράγματα παίρνουν διαφορετική τροπή. Σε μια βραδινή έξοδο στην Αθήνα, η φίλη της, Όλγα Τζαβάρα, η «μεγάλη κυρία» της ελληνικής σκοποβολής, που υπήρξε πέντε φορές πρωταθλήτρια Ευρώπης στο Τραπ, της γνωρίζει τον Δημήτρη Περρωτή, γιο του Αθανάσιου (Νάσου) Περρωτή, νομικού, βουλευτή και υπουργού, ο οποίος από τα πρώτα λεπτά της γνωριμίας τους μαγεύεται, της εξομολογείται τον έρωτά του και της ζητάει να τον παντρευτεί. «Ήταν ένας από τους πιο όμορφους άνδρες της Αθήνας, αλλά δεν έκανε την καρδιά μου να χτυπήσει από την πρώτη στιγμή», θυμάται. ΟΠερρωτής, όμως, συνεχίζει να την πολιορκεί και της ζητάει να αφήσει το σύζυγό της. Της στέλνει επιστολές στη Ροδεσία για περίπου δύο χρόνια. Σε αυτό το διάστημα, εκείνη, λόγω και αυτής της στενής πολιορκίας, αποφεύγει να επισκεφτεί την Ελλάδα. Όταν τελικά το κάνει για λίγες ημέρες, ο Περρωτής στήνεται για 48ώρες («για δύο μερόνυχτα…») έξωαπό το πατρικό της, περιμένοντας να τη δει και να της μιλήσει. Είναι η καθοριστική στιγμή που αποφασίζει να αφήσει τον Μπόμπυ και να ακολουθήσει τον «Δημητράκη» της, με τον οποίο μένει μαζί μέχρι το θάνατό του. Ως επιχειρηματίας ο Περρωτής είναι ιδιαίτερα ικανός και διορατικός. Τις ικανότητές του εκτιμά και οΘόδωρος Κωνσταντόπουλος, που μετά τον πόλεμο, έχει κατορθώσει να χτίσει ξανά την επιχειρηματική παρουσία και την περιουσία «Νιώθωμεγαλύτερη χαρά όταν δίνωπαρά όταν μου δίνουν». Αυτή είναι ηφιλοσοφία με την οποία έχει μάθει πάντα να πορεύεται στη ζώη και να προσφέρει σε όσους έχουν ανάγκη 20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2018

RkJQdWJsaXNoZXIy ODAxNzc=