Business News Magazine #7

businessfocus Το νέο μεγάλο δίλημμα για τις ελληνικές επιχειρήσεις έχει να κάνει με το αν θα διατηρήσουν την έδρα τους στη χώρα, συνεχίζοντας να παλεύουν με το ιδιαίτερα δύσκολο περιβάλλον, ή θα επιλέξουν την επιλογή του εξωτερικού, προς αναζήτηση ενός καλύτερου αύριο. Γράφει ο Ανέστης Ντόκας Η απουσία χρηματοδοτήσεων, η ενσωματωμένη στο σύστημα γραφειοκρατία και η βραδύτητα απονομής δικαιοσύνης υπήρξαν τα βασικά αντικίνητρα για την παραμονή μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων αλλά και θυγατρικών πολυεθνικών εταιρειών στη χώρα μας. Πολλές από τις επιχειρήσεις που έχουν ήδη φύγει αντιμετώπισαν βέβαια και τα δικά τους ενδογενή προβλήματα, που δεν σχετίζονταν ευθέως με την οικονομική συγκυρία και το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας, όμως αυτό τα επιδείνωνε, τονίζουν όλοι. Είναι τα ίδια προβλήματα που, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, αποτρέπουν πλέον και την έλευση ξένων επενδύσεων. Ουσιαστικά, τρεις είναι οι βασικοί παράγοντες που οι εταιρείες επιλέγουν να μεταφέρουν την έδρα τους στο εξωτερικό: Ο πρώτος λόγος είναι η αναζήτηση ενός σταθερού φορολογικού περιβάλλοντος με χαμηλούς συντελεστές φορολογίας. Ο δεύτερος είναι ο ευκολότερος τρόπος να ανοιχθούν νέες γραμμές πίστωσης στο εξωτερικό, αφού στην Ελλάδα οι τράπεζες αδυνατούν να υποστηρίξουν τις εταιρείες. Ο τρίτος λόγος είναι να απαλλαγούν οι εταιρείες από το country risk της Ελλάδας, που αποτελεί ανυπέρβλητο εμπόδιο να προσελκύσουν επενδυτικά κεφάλαια, αλλά κυρίως να αναπτυχθούν σε νέες αγορές. Ο Τιτάνας είναι η πιο πρόσφατη μεγάλη ελληνική επιχείρηση, που από 1ης Ιανουαρίου 2018, μεταφέρει την έδρα της στις Βρυξέλλες, ενώ οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και η άσκηση του management θα πραγματοποιούνται στη Λευκωσία. Σαφώς και τα παραδείγματα των τεσσάρων επιχειρήσεων που έπραξαν το ίδιο (ΦΑΓΕ, Coca-Cola HBC, Viohalco, S&B - αναγράφονται με τη χρονική σειρά που μετέφεραν την έδρα, οι δύο πρώτες στην Ελβετία, η τρίτη στις Βρυξέλλες και η τέταρτη στη Γαλλία μετά την εξαγορά της από την Imerys), δείχνουν το δρόμο, καθώς κοινός στόχος όλων είναι να διατηληνική οικονομία. Οι ελληνικές επιχειρήσεις, μετά το σοκ των capital controls, δεν αποδέχθηκαν τη μοίρα τους, αλλά ήδη έχουν επανενεργοποιηθεί με μια σειρά ενεργειών, για να διασφαλίσουν το πολυτιμότερο «καύσιμό» τους, που είναι η ρευστότητα και μάλιστα μέσα από λογαριασμούς που μπορούν να ελέγχουν οι ίδιες. Ήδη, σε αρκετές εταιρείες έχουν μεταφερθεί κεφάλαια σε θυγατρικές στο εξωτερικό, ενώ η βασική προτεραιότητα είναι να προπληρώνονται με μετρητά ήμε εγγυητικές επιστολές διεθνών τραπεζών οι πρώτες ύλες. Χιλιάδες αιτήσεις σε Βουλγαρία και Κύπρο Ηφυγή των επιχειρήσεων από την Ελλάδα δεν άρχισε με τα capital controls. Σίγουρα, όμως, επιταχύνθηκε με την εισαγωγή τους. Πολλοί από όσους εξέταζαν εναλλακτικά σχέδια τα προχώρησαν άμεσα μετά την επιβολή τους. Οι χιλιάδες αιτήσεις που κατατίθενται στις αρμόδιες βουλγαρικές και κυπριακές αρχές, σύμφωνα με όσα συζητούνται στην αγορά, αποδεικνύουν ακριβώς αυτό. Άλλωστε, οι «βάσεις» είχαν μπει τα προηγούμενα χρόνια, όταν η επιβολήμεγάλων φορολογικών επιβαρύνσεων και η οικονομική περιδίνηση της Ελλάδας οδηγούσε κολοσσούς στην έξοδο. Προηγήθηκαν, υπενθυμίζεται, οι αποχωρήσεις της αμερικανικής Citigroup από τη λιανική τραπεζική, αλλά και της γαλλικής BNP Paribas, που έμεινε μόνον με μια απλή αντιπροσώπευση στην Αθήνα. Παράλληλα, το ίδιο διάστημα δρομολογήθηκαν οι μεγάλες αποχωρήσεις -πάντα της προηγούμενης περιόδου μεγάλης πολιτικής αβεβαιότητας- των επίσης γαλλικών Crédit Agricole και Société Générale, αλλά και της πορτογαλικής Banco Commercial Portugues (Millennium Bank). Μισή κίνηση Ωστόσο, και μεγάλοι ελληνικοί πολυεθνικοί όμιλοι αναγκάστηκαν να βάλουν το ένα τους «πόδι» στο εξωτερικό - άλλοτε με προτροπή ξένων μεγαλομετόχων τους και άλλοτε ως προφανής επιχειρηματική στρατηγική, με δεδομένο το κλίμα που επικρατούσε στη χώρα και το κόστος λειτουργίας, αλλά και χρηματοδότησης που αυτό συνεπάγεται. Προχώρησαν έτσι σε μεταφορά της έδρας τους ή και στην παράλληλη εισαγωγή των μετοχών τους σε πολύ μεγαλύτερες χρηματιστηριακές αγορές. Η Coca-Cola Hellenic HBC προχώρησε σε dual listing στο Λονδίνο το 2012, η Βιοχάλκο μεταφέρθηκε στις Βρυξέλλες το 2013, ενώ στο εξωτερικό αναζήτησαν επίσης καλύτερες συνθήκες η ΦΑΓΕ και αργότερα η S&B. Στο μεταξύ, αρκετές μεγάλες ελληνικές εισηγμένες ερωτώνται -αλλά και προτρέπονται επίμονα από τους ξένους αναλυτές στις περιοδικές τηλεδιασκέψεις που γίνονται- αν θα επιλέξουν παρόμοιες λύσεις. Πολλοί ακόμα μη εισηγμένοι ελληνικοί και ξένοι όμιλοι φέρονται να έχουν δρομολογήσει ή να αναζητούν λύσεις περιορισμού της έκθεσής τους στην Ελλάδα ή αλλαγή μοντέλου δραστηριοποίησης, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Το νέο δίλημμα για τις επιχειρήσεις Ελλάδα ή εξωτερικό; ρήσουν την ανταγωνιστική τους θέση στο εξωτερικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Viohalco, η οποία έπειτα από αρκετές ζημιογόνες χρήσεις, την τελευταία διετία εμφανίζει κερδοφορία, που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην εξασθένηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου και στην αξιοποίηση των παραγωγικών επενδύσεων των τελευταίων ετών. Μάλιστα, και το επιτόκιο δανεισμού της εταιρείας έχει υποχωρήσει χαμηλότερα του 5%, με το οποίο δανειζόταν μέχρι και το 2013, όταν μεταφέρθηκε η έδρα της επιχείρησης στις Βρυξέλλες. Έχει ενδιαφέρον να καταγράψουμε πώς διαμορφώνονται σήμερα οι αποτιμήσεις των μεγάλων εισηγμένων βιομηχανιών ανάμεσα σ’ αυτές που μετέφεραν την έδρα τους στο εξωτερικό και όσες παρέμειναν στην Ελλάδα. Ειδικότερα, από τις μεγάλες εισηγμένες βιομηχανίες η σημερινή αξία της Coca-Cola HBC διαμορφώνεται στα 9,410 δισ. ευρώ και αποτελεί με διαφορά τη μεγαλύτερη εταιρεία της χώρας στην ελληνική βιομηχανία. Επίσης, ο Τιτάνας έχει κεφαλαιοποίηση στα 1,518 δισ. ευρώ, ενώ, αντίθετα, η μητρική Viohalco εμφανίζει χρηματιστηριακή αξία 650 εκατ. ευρώ (με βάση τις τιμές κλεισίματος στις 23 Απριλίου 2018). Από τις βιομηχανίες που έχουν διατηρήσει την έδρα τους στην Ελλάδα, η πιο ακριβή είναι ο ΟΤΕ, με αξία 4,899 δισ. ευρώ, ακολουθεί ο ΟΠΑΠ με κεφαλαιοποίηση 2,590 δισ. ευρώκαι η Motor Oil έχει αποτίμηση 2,215 δισ. ευρώ. Επίσης, τα Ελληνικά Πετρέλαια παρουσιάζουν αξία 2,157 δισ. ευρώ, ενώη κεφαλαιοποίηση του Μυτιληναίου διαπραγματεύεται στο 1 δισ. ευρώ. Πρακτικά, αυτήν τη στιγμή οι ελληνικές επιχειρήσεις, εάν δεν έχουν διεθνή παρουσία σε ποσοστό άνω του 60% επί του τζίρου, όχι μόνον έχουν αποκλειστεί από μελλοντικές ομολογιακές εκδόσεις που θα τους επέτρεπαν να υποστηρίξουν τις επενδύσεις τους, αλλά μεταφέρουν το υψηλό πολιτικό ρίσκο της χώρας, στην προσπάθεια που κάνουν να εισέλθουν σε νέες αγορές και να ξεφύγουν από το σπιράλ της ύφεσης που βρίσκεται η ελTο country risk της Ελλάδας αποτελεί ανυπέρβλητο εμπόδιο για τις εταιρείες να προσελκύσουν επενδυτικά κεφάλαια 36 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2018

RkJQdWJsaXNoZXIy ODAxNzc=