Εν μέσω σφοδρής υγειονομικής κρίσης, η Ελλάδα υποχώρησε μόλις μία θέση στη διεθνή κατάταξη ανταγωνιστικότητας, κρούοντας όμως τον κώδωνα για την ανάγκη συνέχισης μεταρρυθμίσεων στην οικονομία. Σταθερή ή στάσιμη ανταγωνιστικότητα; Οριακή υποχώρηση κατά μία θέση (-1) σημείωσε η Ελλάδα συγκριτικά με τις περσινές της επιδόσεις στη διεθνή κατάταξη ανταγωνιστικότητας που έδωσε στη δημοσιότητα το International Institute for Management Development (IMD) της Ελβετίας και μελέτησε διεξοδικά ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ). Σταθερές επιδόσεις Η χώρα μας βρίσκεται πλέον στην 47η θέση της σχετικής κατάταξης, υποχωρώντας από την 46η θέση που βρισκόταν πέρυσι, μεταξύ 63 χωρών, μια επίδοση που επηρεάστηκε σαφώς από τις τρέχουσες εξελίξεις της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης. Τα στοιχεία για τις επιδόσεις του 2021 μαρτυρούν πως η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη ανάμεσα σε θέσεις χαμηλής ανταγωνιστικότητας, παρόλο που έκανε σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια, σκαρφαλώνοντας 10 θέσεις από το 2018. Παρ’ όλα αυτά, η έστω και ελαφρά πτώση κατά μία μόλις θέση δηλώνει την ανάγκη για ακόμη περισσότερες μεταρρυθμίσεις, ώστε να ανακτηθεί το χαμένο έδαφος από τα χρόνια της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας, που τόσο ταλαιπώρησαν την εγχώρια οικονομία. Να σημειωθεί, ωστόσο, πως για το έτος 2022 προστέθηκε στην παγκόσμια επετηρίδα ανταγωνιστικότητας το Μπαχρέιν, ενώ δεν συμπεριλήφθηκαν η Ρωσία και ηΟυκρανία λόγω της μεταξύ τους εμπόλεμης κατάστασης. Υποχώρηση μεν, βελτίωση δε… Παρά την οριακή υποχώρηση κατά μία θέση στη διεθνή κατάταξη ανταγωνιστικότητας, η συνολική βαθμολογία της Ελλάδας έχει βελτιωθεί. Η χαμηλή κατάταξη της χώρας στην Παγκόσμια ΕπετηρίδαΑνταγωνιστικότητας οφείλεται στην υποχώρηση στις τρεις από τις τέσσερις κατηγορίες δεικτών της μεθοδολογίας της Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας του IMD. Ειδικότερα, η χώρα παρουσιάζει υποχώρηση στην κατηγορία των δεικτών της «Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας» στην 55η θέση, εμφανίζοντας υποχώρηση κατά τρεις (3) θέσεις σε σχέση με την περσινή χρονιά, στην κατηγορία των δεικτών της «Επιχειρηματικής Αποτελεσματικότητας», όπου καταγράφεται υποχώρηση κατά δύο (2) θέσεις, σε σχέση με την περσινή κατάταξη, καταλαμβάνοντας την 46η θέση, έναντι της 44ης θέσης την προηγούμενη χρονιά, και, τέλος, στην κατηγορία των «Υποδομών», όπου επίσης σημειώνεται υποχώρηση κατά δύο (2) θέσεις, ανακόπτοντας μάλλον οριστικά την πτωτική πορεία των προηγούμενων ετών. Βελτίωση, ωστόσο, σημειώνεται στην κατηγορία των δεικτών της «Οικονομικής Αποδοτικότητας», όπου η χώρα μας βρίσκεται στην πεντηκοστή πρώτη θέση (51η), βελτιώνοντας τη κατάταξή της κατά μία (1) θέση, αφού πέρυσι βρισκόταν στην 52η θέση, μεταξύ των 63 οικονομιών της κατάταξης, στην κατηγορία των δεικτών της «Επιχειρηματικής Αποτελεσματικότητας», όπου καταγράφεται υποχώρηση κατά δύο (2) θέσεις, σε σχέση με την περυσινή κατάταξη, καταλαμβάνοντας την 46η θέση, έναντι της 44ης θέσης την προηγούμενη χρονιά, και, τέλος στην κατηγορία των «Υποδομών», όπου σημειώνεται επίσης υποχώρηση κατά δύο (2) θέσεις, ανακόπτοντας μάλλον οριστικά την πτωτική πορεία των προηγούμενων ετών. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί πως πρόκειται για μία ακόμη πανδημική χρονιά, όπου οι οικονομίες σε παγκόσμιο επίπεδο κλονίστηκαν, καθώς ήρθαν αντιμέτωπες ξανά με πρωτόγνωρες καταστάσεις. Επιχειρήσεις οδηγήθηκαν σε αναγκαστικό lockdown, εκατομμύρια εργαζόμενοι τέθηκαν σε καθεστώς καραντίνας και εγχώριες οικονομίες εξάντλησαν την εφευρετικότητά τους, προκειμένου να αποφευχθούν τα μαζικά «λουκέτα» και να διατηρηθούν ενεργοί οι θέσεις εργασίας. Ειδικότερα για την Ελλάδα, μετά από μία δεκαετία αυστηρής οικονομικής πολιτικής εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, η πανδημία φαίνεται να έδωσε τη «χαριστική βολή» στις επιχειρήσεις εκείνες που δεν είχαν θωρακιστεί απέναντι στις εξωτερικές απειλές. Παρ’ όλα αυτά, η εγχώρια οικονομία έδειξε αντοχές, καθώς η υποχώρηση κατά μία μόλις θέση στο χάρτη της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, απέδειξε περίτρανα πως η Ελλάδα διαθέτει κρυμμένους «άσους στο μανίκι», τους οποίους και αξιοποιεί κατάλληλα κάθε φορά που καλείται να αντιμετωπίσει πρωτόγνωρες απειλές. Αρκεί να σημειωθεί πως κράτημε οικονομίες περισσότερο στιβαρές και θωρακισμένες απέναντι σε πρωτόγνωρες καταστάσεις, κλονίστηκαν σε μεγαλύτερο βαθμό, χάνοντας περισσότερες θέσεις ανταγωνιστικότητας στην παγκόσμια κατάταξη και αναζητώντας τρόπους για να στηρίξουν τις πληγωμένες οικονομίες τους. Τα δυνατά σημεία και οι αδυναμίες της οικονομίας Μελετώντας προσεκτικά τη διεθνή κατάταξη ανταγωνιστικότητας, η εγχώρια οικονομίαφαίνεται πως έχει βελτιωθεί σημαντικά στον τομέα των εξαγωγών, καθώς στο δείκτη «Συγκέντρωση των Εξαγωγών» βρίσκεται στη δεύτερη θέση μεταξύ 63 χωρών, ενώσημαντικές είναι και οι επιδόσεις της στη «Μακροχρόνια ανάπτυξη της απασχόλησης», όπου καταλαμβάνει την 4η θέση μεταξύ των 63 συνολικά χωρών. Από την άλλη πλευρά, απαιτούνται βελτιώσεις για την περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας ως προς την «Ανεργία των νέων», όπου καταλαμβάνει την 61η θέση ανάμεσα σε 63 χώρες αλλά και στο «Εμπορικό Ισοζύγιο», όπου βρίσκεται στην 60ή θέση μεταξύ 63 οικονομιών. Οι χώρες που πρωταγωνιστούν παγκοσμίως Το 2022, την πρωτιά από την Ελβετία πήρε η Δανία, βελτιώνοντας την περσινή της κατάταξη κατά δύο θέσεις και έτσι από την 3η θέση σκαρφάλωσε με ευκολία στην κορυφή. Η επιτυχία της Δανίας οφείλεται στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων, στην εξαιρετική αποτελεσματικότητα λειτουργίας των επιχειρήσεων, καθώς και στη λειτουργία του δημόσιου τομέα, όπως αντανακλάται στην κατηγορία δεικτών «Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα» και ειδικά σε ό,τι αφορά το θεσμικό πλαίσιο, για την κοινωνία και τις επιχειρήσεις. Ο Δρ. Arturo Bris, διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου για την ΠαγκόσμιαΑνταγωνιστικότητα του IMD, ανέφερε: «Η Δανία είναι αυτήν τη στιγμή η πλέον ανεπτυγμένη οικονομία ψηφιακά στον κόσμο και καταλαμβάνει την πρώτη θέση, χάρη στις ορθές πολιτικές που εφαρμόζει, στα πλεονεκτήματα που απολαμβάνει ως μια ευρωπαϊκή χώρα, τα ξεκάθαρο όραμα που έχει διατυπώσει για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την ισχυρή ώθηση που δίνει στην ανάπτυξη ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας». Αντίθετα, η Ελβετία, η περσινή πρωταθλήτρια ως προς την ανταγωνιστικότητα στη διεθνή κατάταξη, υποχώρησε στη δεύτερη θέση εξαιτίας της μείωσης των ξένων επενδύσεων και της απασχόλησης. Η Σιγκαπούρη επανέρχεται στην πρώτη τριάδα, κερδίζοντας δύο θέσεις σε σχέση με το προηγούμενο έτος, χάρη στην ισχυρή επίδοση της συγκεκριμένης οικονομίας, στα υψηλά επίπεδα απασχόλησης και στην αποτελεσματική διαχείριση των δημόσιων οικονομικών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πρώτη δεκάδα των πλέον ανταγωνιστικών οικονομιών κυριαρχούν «μικρές» οικονομίες. Πέραν της πρώτης τριάδας, τη δεκάδα συμπληρώνουν: u η Σουηδία στην 4η θέση (χάνοντας 2 Τα στοιχεία για τις επιδόσεις του 2021 μαρτυρούν πως η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη ανάμεσα σε θέσεις χαμηλής ανταγωνιστικότητας, παρόλο που έκανε σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια 62 ΙΟΥΛΙΟΣ 2022 businessfocus
RkJQdWJsaXNoZXIy ODAxNzc=