Business News Magazine #33

Για τους βασικούς πυλώνες της ενεργειακής πολιτικής της χώρας, τα βήματα για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας, τις δράσεις για τη μείωση του ενεργειακού κόστους στον πρωτογενή τομέα αλλά και τις δράσεις στήριξης και προώθησης της ηλεκτροκίνησης, μίλησε στην αποκλειστική συνέντευξη στο Business News Magazine η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου. Συνέντευξη στον Γιώργο Στουραΐτη «Η ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας είναι σήμερα πιο πολυσύνθετη από το παρελθόν και επιχειρεί να εκμεταλλευτεί μια ευρεία γκάμα τεχνολογιών και πηγών ενέργειας σε σχέση με το παρελθόν. Κεντρικός γνώμονας είναι να παραγάγουμε εγχώρια προστιθέμενη αξία με τις πολιτικές μας, να στηρίξουμε την απασχόληση, να ρίξουμε τις εκπομπές και μαζί το ενεργειακό κόστος», σημειώνει η υφυπουργός μιλώντας στο ΒΝΜ και υπογραμμίζει ότι μέσω των πρωτοβουλιών για τις διασυνδέσεις, η Ελλάδα δείχνει εμπράκτως ότι είναι πυλώνας σταθερότητας στη ΝΑ Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο. Εξαιρετικά σημαντικό, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τις νέες εντάσεις στη Μέση Ανατολή και το διαρκές γεωπολιτικό ρίσκο που προκαλείται. Ποια είναι η στρατηγική του υπουργείου σχετικά με την ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού, την ενεργειακή μετάβαση και την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας της χώρας; Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει κάνει μεγάλα βήματα για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας, τόσο της ίδιας όσο και των χωρών της ευρύτερης περιοχής. Έργα όπως οι αγωγοί φυσικού αερίου TAP και IGB ήδη βοήθησαν σημαντικά κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, προσφέροντας διαφοροποίηση των πηγών και οδεύσεων εφοδιασμού, ώστε να περιοριστεί και η εξάρτηση από το ρωσικό αέριο. Χώρες όπως η Βουλγαρία κάλυψαν τις ανάγκες τους επαρκώς όταν διακόπηκαν οι ρωσικές προμήθειες το 2022 και θα συνεχίσουν να το κάνουν και στο μέλλον. Πλέον, δίνουμε έμφαση στη δημιουργία του Κάθετου Διαδρόμου, δηλαδή μιας αλυσίδας που θα επιτρέψει στο αέριο που εισάγει η Ελλάδα μέσω των τερματικών της Ρεβυθούσας και της Αλεξανδρούπολης να φτάσει μέχρι τη Μολδαβία, τη Σλοβακία και την Ουκρανία, με τη βοήθεια των χωρών που μεσολαβούν. Πρόκειται για ποσότητες άνω των 8,5 δισ. κυβικών μέτρων/έτος (bcma) και ήδη στις αρχές του 2024 υπεγράφη σχετικό μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ όλων των χωρών. Πέραν του φυσικού αερίου, η κυβέρνηση προχωρά συντεταγμένα στην υλοποίηση ενός πολύ φιλόδοξου προγράμματος με ορίζοντα το 2030, προκειμένου η χώρα να κατορθώσει την ενεργειακή της μετάβαση, σε πλήρη αντιστοιχία και με τις ευρωπαϊκές πολιτικές. Στην αιχμή βρίσκονται οι ΑΠΕ, που προβλέπεται να φτάσουν το 80% της ηλεκτροπαραγωγής μέχρι τότε, με ταυτόχρονη ανάπτυξη των δικτύων και της αποθήκευσης ενέργειας. Ο λόγος για τον οποίο εστιάζουμε τόσο έντονα στις ΑΠΕ, είναι επειδή έχουν πολλαπλά οφέλη για την εθνική οικονομία: μειώνουν άμεσα τις ανάγκες για εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, περιορίζουν τις τιμές του ρεύματος για τους καταναλωτές, δημιουργούν θέσεις εργασίας και μπορούν να μας μετατρέψουν και σε εξαγωγείς πράσινης ενέργειας, ενισχύοντας τη γεωπολιτική μας θέση. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η πράσινη μετάβαση έχει και σαφή οφέλη για την ανθεκτικότητα του ελληνικού συστήματος, καθώς και για την ομαλή τροφοδοσία με ενέργεια. Ποιοι οι βασικοί πυλώνες της ενεργειακής πολιτικής της Ελλάδας; Πέρα από τις ΑΠΕ, που αποτελούν και τον βασικό πυλώνα της ενεργειακής μετάβασης, υπάρχει μια ευρεία γκάμα από άλλες πρωτοβουλίες που εξελίσσουμε. Ένα κρίσιμο εγχείρημα είναι να αποκτήσει η Ελλάδα τα πρώτα υπεράκτια αιολικά πάρκα έως το τέλος αυτής της δεκαετίας με μια ισχύ 1,9 γιγαβάτ σε πρώτη φάση. Ο λόγος είναι ότι τα θαλάσσια αιολικά διαθέτουν πολύ υψηλότερο συντελεστή απόδοσης, δηλαδή παράγουν πολύ περισσότερο ηλεκτρισμό σε σύγκριση με τις χερσαίες μονάδες. Πρόκειται για ένα βήμα-κλειδί και στο να γίνει η χώρα εξαγωγέας. Ταυτόχρονα, υπάρχει μεγάλη ανάγκη να προωθήσουμε την αποθήκευση ενέργειας ώστε να μπορέσουν οι ΑΠΕ να φτάσουν το 80% ως το 2030, δεδομένου ότι σήμερα η ζήτηση δεν επαρκεί για να απορροφήσει την παραγωγή τους στις ώρες που αυτή κορυφώνεται. Στην ίδια λογική εντάσσεται και το πράσινο υδρογόνο, που θα λειτουργεί επί της ουσίας ως χημική αποθήκευση για τον πράσινο ηλεκτρισμό και θα μας βοηθήσει να μειώσουμε τις εκπομπές σε δύσκολους τομείς όπως οι μεταφορές και η βιομηχανία. Η χώρα μας καλείται να κάνει τα πρώτα βήματα και στη δέσμευση και αποθήκευση CO2, δηλαδή το λεγόμενο CCS. Ήδη μεγάλοι εγχώριοι όμιλοι έχουν βάλει μπροστά σχετικές πιλοτικές επενδύσεις και πιστεύουμε ότι μελλοντικά η ωρίμαση της συγκεκριμένης τεχνολογίας θα είναι πολύτιμη, ώστε ο κλάδος των ορυκτών καυσίμων να αποτελέσει μέρος της λύσης. Πέραν των παραπάνω, θα πρέπει να προσθέσω τη μεγάλη έμφαση που δίνει η κυβέρνηση στην ηλεκτροκίνηση, την ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων και την εξοικονόμηση ενέργειας εν γένει. Τα προγράμματα «Εξοικονομώ» έχουν σημειώσει μεγάλη επιτυχία και θα συνεχιστούν, με στόχο να μπορούν όλοι οι πολίτες να προβούν στις σχετικές επενδύσεις και να απολαύσουν οφέλη από την ενεργειακή αποδοτικότητα. Τέλος, αναπόσπαστο κομμάτι της ενεργειακής μας πολιτικής είναι και οι έρευνες υδρογονανθράκων, που έχουν φτάσει πλέον σε ένα σημείο ωρίμασης. Ήδη ολοκληρώθηκαν οι σεισμικές έρευνες στα δύο μεγάλα θαλάσσια οικόπεδα που έχουν προσδιοριστεί και εντός του 2025 οι πετρελαϊκές θα λάβουν την τελική επενδυτική απόφαση για το αν θα προχωρήσουν σε ερευνητικές γεωτρήσεις. Εφόσον προχωρήσουν, οι γεωτρήσεις αυτές θα λάβουν χώρα εντός του 2026 και θα δείξουν εμπράκτως τι αποθέματα υδρογονανθράκων διαθέτει η Ελλάδα. Παρόλο που οι ΑΠΕ βιώνουν μια εκρηκτική ανάπτυξη, είναι γεγονός ότι θα χρειαστούμε τα ορυκτά καύσιμα μεσοπρόθεσμα σαν χώρα. Το φυσικό αέριο θα έχει το ρόλο του καυσίμου-γέφυρα, καθώς διαθέτει μικρότερες εκπομπές από το πετρέλαιο και το λιγνίτη. Κατ’ επέκταση, Αλεξάνδρα Σδούκου, Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Οι ΑΠΕ δεν αποτελούν μόνο το μέλλον, αλλά είναι ήδη το παρόν έχει κάθε νόημα να παράγουμε αέριο από δικά μας κοιτάσματα για να μειώσουμε τις εισαγωγές. Καταλήγοντας, η ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας είναι σήμερα πιο πολυσύνθετη από το παρελθόν και επιχειρεί να εκμεταλλευτεί μια ευρεία γκάμα τεχνολογιών και πηγών ενέργειας σε σχέση με το παρελθόν. Κεντρικός γνώμονας είναι να παραγάγουμε εγχώρια προστιθέμενη αξία με τις πολιτικές μας, να στηρίξουμε την απασχόληση, να ρίξουμε τις εκπομπές και μαζί το ενεργειακό κόστος. Πώς μπορεί η Ελλάδα να αναδειχθεί ο στρατηγικός ενεργειακός κόμβος διαμετακόμισης της Ε.Ε. για φυσικό αέριο και ηλεκτρισμό από την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής; Αυτή την περίοδο σημειώνονται σημαντικές και ενδιαφέρουσες εξελίξεις σε όλο το φάσμα των ενεργειακών διασυνδέσεων με τις γειτονικές μας χώρες. Αναφέρθηκα στη σημασία των υποδομών φυσικού αερίου, όπου οι νέοι αγωγοί και το τερματικό της Αλεξανδρούπολης παράγουν ήδη θετικά αποτελέσματα. Στον τομέα του ηλεκτρισμού, η είσοδος του ΑΔΜΗΕ στον Great Sea Interconnector που θα συνδέσει Ελλάδα-Κύπρο-Ισραήλ, έχει ανεβάσει τους ρυθμούς υλοποίησης του έργου. Αντίστοιχα, ωριμάζει το σχέδιο GREGY για σύνδεση με την Αίγυπτο, ώστε να μεταφερθούν μελλοντικά μεγάλες ποσότητες πράσινου ηλεκτρισμού προς την Ευρώπη μέσω της Ελλάδας. Μάλιστα, για τις διασυνδέσεις υπάρχει ενδιαφέρον και από εταιρείες χωρών της Μέσης Ανατολής, γεγονός που φανερώνει πόσο σημαντικές είναι σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Επίσης, μιλάμε για έργα που έχουν εξασφαλίσει ευρωπαϊκή στήριξη. Με τον τρόπο αυτό αποδεικνύεται στην πράξη ότι η Ελλάδα έχει αναβαθμιστεί ήδη σε ό,τι αφορά το ρόλο της στην εξαγωγή και μεταφορά φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού. Στόχος της κυβέρνησης είναι να γίνει η χώρα μας κόμβος, ενισχύοντας έτσι τη θέση της στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και γεωστρατηγικά. Παράλληλα με τα έργα, έχουμε προχωρήσει και με μια πολύ δραστήρια ενεργειακή διπλωματία, μέσω της συμμετοχής μας στο EMGF (East Mediterranean Gas Forum), το CESEC (πρωτοβουλία διασύνδεσης Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης) και σε πολυάριθμους άλλους διεθνείς και περιφερειακούς μηχανισμούς και οργανισμούς. Ο νέος ρόλος που διεκδικεί η Ελλάδα, έχει ήδη αναγνωριστεί στο εξωτερικό, έχοντας τη στήριξη τόσο της Ε.Ε. όσο και των ΗΠΑ. Μέσω των πρωτοβουλιών για τις διασυνδέσεις, η Ελλάδα δείχνει εμπράκτως ότι Ένα κρίσιμο εγχείρημα είναι να αποκτήσει η Ελλάδα τα πρώτα υπεράκτια αιολικά πάρκα έως το τέλος αυτής της δεκαετίας με μια ισχύ 1,9 γιγαβάτ σε πρώτη φάση 24 #33 ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2024 interview

RkJQdWJsaXNoZXIy ODAxNzc=