businessfocus παραγωγή, προτού ο πληθωρισμός κόστους επεκταθεί. Τα μέτρα αυτά αφορούν προσωρινές μειώσεις της γενικής και ειδικής έμμεσης φορολογίας, ιδιαίτερα στις εισροές των ζωοτροφών, των λιπασμάτων, της ηλεκτρικής ενέργειας και των καυσίμων. 6Περιβαλλοντικές προκλήσεις: κλιματική αλλαγή και διαχείριση υδάτων Η αναμενόμενη συνολική επίπτωση της κλιματικής αλλαγής στην αγροτική παραγωγή της Ελλάδας θα είναι σαφώς αρνητική, παρά κάποιες επιμέρους θετικές επιδράσεις. Ένας από τους βασικότερους παράγοντες πίεσης στον ελληνικό αγροτικό τομέα θα προκύψει από τη μεγάλη μείωση των βροχοπτώσεων, η οποία αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε πιέσεις στη διαθεσιμότητα αρδευτικού ύδατος. Η γεωργία συνιστά τον κατ’ εξοχήν μεγαλύτερο καταναλωτή νερού στη χώρα, δεδομένου ότι χρησιμοποιεί το 80 με 85% της συνολικής εγχώριας κατανάλωσής του. Καθώς προκύπτουν ήδη σοβαρά προβλήματα επάρκειας του νερού σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, γίνεται σαφής ο μεγάλος κίνδυνος σημαντικό τμήμα της σημερινής γεωργικής παραγωγής να καταστεί αδύνατο. Αυτό συνεπάγεται ανάγκη για άμεση βελτιστοποίηση της διαχείρισης των υδάτων. Οι Τοπικοί και Γενικοί Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ) διαχειρίζονται το σημαντικότερο μέρος των συλλογικών έργων άρδευσης, από το οποίο εξυπηρετούνται περίπου 600 χιλιάδες εκτάρια, δηλαδή το 45% της συνολικής αρδευόμενης αγροτικής γης στην Ελλάδα, όπου εκτιμάται ότι λειτουργούν περισσότεροι από 450 ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ. Εξ αυτών, αξιόπιστα οικονομικά στοιχεία βρέθηκαν μόνο για 118 ΤΟΕΒ. Η μελέτη αυτών των στοιχείων αποκάλυψε αφενός τη μη υιοθέτηση ενός ενιαίου λογιστικού συστήματος και αφετέρου την έντονη διαφοροποίηση του λειτουργικού τους κόστους, ιδιαίτερα όσον αφορά στη συντήρηση και στη διοίκηση. Από την πλευρά των εσόδων, τα οποία προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από τις χρεώσεις νερού στους γεωργούς και στους κτηνοτρόφους που είναι μέλη τους, η εικόνα είναι θολή. Οι λογιστικές καταγραφές αποτυπώνουν μόνο βεβαιώσεις οφειλών και όχι τις εισπράξεις τους, η τιμολόγηση δεν λαμβάνει υπόψη τις κρατικές επενδύσεις που έχουν γίνει και δεν υπάρχει πρόβλεψη για τη δημιουργία αποθεματικού. Όσον αφορά στην κατάσταση των υποδομών των ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ, η μεγάλη πλειονότητα των εγγειοβελτιωτικών έργων δε βρίσκεται σε καλή λειτουργική κατάσταση, αλλά χρήζει ανάγκης δημιουργίας νέων έργων. Επίσης, πολύ κακή είναι η κατάσταση σε σημαντικούς μηχανισμούς των δικτύων, συμπεριλαμβανομένων των παροχόμετρων (με αποτέλεσμα πολλές φορές η χρέωση να γίνεται βάσει της αγροτικής έκτασης και όχι της πραγματικής κατανάλωσης), ενώ υπάρχουν και εκτεταμένες περιπτώσεις δολιοφθορών και κλοπών. Ως ένα μείζον ζήτημα, τέλος, φαίνεται και η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού. Ως προτάσεις πολιτικής περιλαμβάνονται: η συνένωση αρκετών ΤΟΕΒ με βάση κριτήρια μεγέθους και οργανωτικής δομής, η υιοθέτηση ενός ενιαίου λογιστικού συστήματος, η πρόβλεψη για διοίκηση από managers, για συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα και για την ύπαρξη συγκεκριμένου επιστημονικού προσωπικού, καθώς και η δημιουργία Κεντρικής Υπηρεσίας Εγγείων Βελτιώσεων στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η οποία θα έχει τον τελικό έλεγχο του προγραμματισμού και της υλοποίησης μελετών και έργων. Προτεινόμενα μέτρα προσαρμογής Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι απαιτούνται σημαντικές προσαρμογές του ελληνικού αγροτικού τομέα. Ανάμεσα στα προτεινόμενα μέτρα προσαρμογής περιλαμβάνονται: η διαφοροποίηση και εναλλαγή των καλλιεργειών, η επιλογή καλλιεργειών που προσαρμόζονται καλύτερα στις νέες κλιματικές συνθήκες ανά περιοχή, η επέκταση των καλυμμένων καλλιεργειών και της παραγωγής σε θερμοκήπια, η προσεκτικά στοχευμένη αποστράγγιση της γεωργικής γης (ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος διάβρωσης του εδάφους και οι επιπτώσεις των πλημμυρών), η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που δίνει η λεγόμενη «γεωργία ακριβείας», η έμφαση στη διαχείριση των υδάτων και στην αποδοτικότητα της άρδευσης, και οι εκστρατείες ενημέρωσης των αγροτών για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην εργασία τους και για τις υπάρχουσες δυνατότητες αντιμετώπισής τους. Στα προβλήματα που ταλανίζουν από το παρελθόν τον αγροτικό τομέα και κατ’ επέκταση τον ελληνικό ήρθε ως απάντηση και η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), ως μια κοινή προσέγγιση στη γεωργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που παραμένει η μοναδική ευρωπαϊκή πολιτική μέχρι και σήμερα. Αποτελεί ένα κεντρικό σημαντικό χρηματοδοτικό εργαλείο του αγροτικού τομέα της Ε.Ε., ενώ τα τελευταία χρόνια εν μέσω πολλαπλών ευρωπαϊκών εξελίξεων, διένυε μια μεταβατική περίοδο με τελικό συνολικό προϋπολογισμό στην Ε.Ε. για ολόκληρη την προγραμματική περίοδο 2021 έως 2027 να ανέρχεται στα 387 δισ. ευρώ. Ουσιαστικά, η αλλαγή της ΚΑΠ έγκειται στο γεγονός ότι πλέον το βάρος του σχεδιασμού της εφαρμογής και της παρακολούθησης της, μετατίθεται κατά κύριο λόγο στα κράτη - μέλη της Ε.Ε., με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θέτει τους γενικούς στόχους. Η χώρα μας αναμένεται να λάβει από πόρους της για ολόκληρη την περίοδο 2021 έως 2027 περίπου 19,4 δισ. ευρώ, από τα οποία το 73% (περίπου 10 δισ. ευρώ) θα κατευθυνθεί στις ενισχύσεις και μέτρα για την αγορά, με τις επενδύσεις να απορροφούν το υπόλοιπο 27% (περίπου 4 δισ. ευρώ). Παρά τη σημαντική οικονομική στήριξή της στον ελληνικό αγροτικό τομέα, η διαδικασία για την προετοιμασία και την έγκριση του ελληνικού στρατηγικού σχεδίου, χαρακτηρίστηκε από σημαντικές προκλήσεις. Επίσης, ορισμένες διαχρονικές ελληνικές παθογένειες αποτέλεσαν εμπόδιο στην καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των πόρων και των προβλέψεών της. Ενδεικτικά, η χώρα μας δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να ενσωματώσει τους στόχους της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής σε σχέση με τη διάχυση της γνώσης στον αγροτικό πληθυσμό, σημειώνει έλλειψη στρατηγικής για την προσέλκυση νέων αγροτών και χρήζει ενίσχυσης και αναδιοργάνωσης της δημόσιας διοίκησης, ώστε να ενισχυθεί η τεκμηρίωση, η εμπειρογνωμοσύνη, η ενημέρωση, αλλά και η διαβούλευση σε σχέση με τους περίπου εβδομήντα τομείς παραγωγής και τις οριζόντιες πολιτικές που σχετίζονται με τη βιωσιμότητα της ελληνικής γεωργίας. Κρίνεται αναγκαίο το κράτος να σχεδιάζει πολιτικές και να λαμβάνει αποφάσεις, που ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τις προσδοκίες των συντελεστών της γεωργίας και της αγροδιατροφής. Επιπλέον, σημαντική κρίνεται, ως λύση Το πολύ χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο των αγροτών αποτελεί πρόβλημα. Tα άτομα χαμηλού γενικού εκπαιδευτικού επιπέδου είναι πολύ δυσκολότερο να μετακινηθούν σε άλλου είδους δραστηριότητες, εφόσον η τρέχουσα δραστηριότητα δεν είναι οικονομικά βιώσιμη 50 #36 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2024
RkJQdWJsaXNoZXIy ODAxNzc=