11711 Η εγχώρια αγορά Η εγχώρια αγορά ενέργειας στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα, με το δείκτη εξάρτησης της χώρας από εισαγωγές πρωτογενούς ενέργειας να βρίσκεται στο 88% έναντι 59% στην Ε.Ε. - βάσει στοιχείων του 2020 που συμπεριλαμβάνουν πετρέλαιο, φυσικό αέριο, άνθρακα και ηλεκτρισμό. Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξε ακόμα πιο έντονα την υψηλή εξάρτηση της χώρας μας και την ανάγκη επιτάχυνσης της στροφής στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η παραγωγή ενέργειας από αιολικά ή φωτοβολταϊκά πάρκα αποτελεί κεντρικό στόχο για την Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Έτσι, στόχευση της Ελλάδας είναι να διπλασιάσει την εγκατεστημένη χωρητικότητα παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας σε περίπου 19GW μέχρι το 2030. Η αύξηση των τιμών ενέργειας οδήγησε σε σημαντική αύξηση των καταναλωτικών δαπανών για ενέργεια - σε 11,5% της συνολικής καταναλωτικής δαπάνης το 2021, από 7,7% το 2020, έναντι 11,3% στην Ε.Ε. Στη χώρα μας την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται την καταναλώνουν κυρίως οι υπηρεσίες (καταστήματα, γραφεία κ.λπ. -34,6% το 2019), τα σπίτια (33,6%) και η βιομηχανία (23,8% το 2019 - από 40,8% το 1990). Σήμερα, η ετήσια κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα ανέρχεται στις 55 ΤWh. Εξ αυτών, 20 TWh παρήχθησαν πέρυσι από φυσικό αέριο. Η προσφορά του κλάδου στην ελληνική οικονομία O τομέας της Ενέργειας είναι ένας από τους σημαντικούς παραγωγικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας. Tο 2017 συνεισέφερε περίπου 6 δισ. ευρώ σε όρους προστιθέμενης αξίας, μέγεθος που αντιστοιχεί στο 3,8% της συνολικής εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο υπήρξε βασικός μοχλός της οικονομικής ανάπτυξης στην Ελλάδα, συνεισφέροντας περίπου 7% στο ΑΕΠ και απασχολώντας πάνω από 70.000 άτομα. Το 2019, το 31,5% των συνολικών ελληνικών εξαγωγών προϊόντων αφορούσε εξαγωγές ενεργειακών προϊόντων, όταν στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η συμμετοχή τους δεν ξεπερνούσε το 15%. Συνολικά, οι εξαγωγές ενεργειακών προϊόντων έφτασαν το 2019 τα 10,7 δισ. ευρώ (από περίπου 2 δισ. ευρώ το 2000), με το 97% να αφορά εξαγωγές προϊόντων πετρελαίου και το 2% ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο (222 εκατ. ευρώ), ενώ τα έσοδα από ειδικούς φόρους στην ενέργεια έφτασαν το 2018 το 2,9% του ΑΕΠ, όταν το ίδιο έτος αποτελούσαν στην Ε.Ε.-27 κατά μέσο όρο το 1,9% του ΑΕΠ. Ένας κλάδος με ιδιαίτερη δυναμική, που θα ποντάρει όχι μόνο στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αλλά και στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ενεργειακή αυτάρκεια της χώρας. Οι προοπτικές του κλάδου Η χώρα κινείται σε «πράσινους» ενεργειακούς ρυθμούς, αφού στο πλαίσιο των στόχων του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα, έχει καθοριστεί ρητά η δέσμευση για το κλείσιμο όλων των εγχώριων λιγνιτικών μονάδων έως το 2028. Μπορεί λόγω επικαιρότητας ο λιγνίτης να επανήλθε, ωστόσο η εποχή του έχει παρέλθει. Το 2021 έκλεισε με τη λιγνιτική παραγωγή να αντιπροσωπεύει μόλις το 9% της συνολικής παραγωγής. Από την άλλη, η Ελλάδα κατέκτησε το 2022 την πρώτη θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή των φωτοβολταϊκών στο ενεργειακό μίγμα και τη δεύτερη θέση στον πλανήτη σε ό,τι αφορά την προσέλκυση επενδύσεων σε ΑΠΕ. Σημειώνεται πως πρόσφατα η χώρα μας κατέθεσε αίτημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη διεκδίκηση επιπλέον δανειακών πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ύψους 5 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο του REPowerEU, του σχεδίου που στοχεύει να καταστήσει την Ευρώπη ανεξάρτητη από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα πολύ πριν από το 2030. Η ενέργεια παγκοσμίως έχει περάσει σε μια νέα εποχή, και η εισβολή στην Ουκρανία τόνισε την ανάγκη για την ενεργειακή απεξάρτηση των κρατών με αυτοπαραγωγή ενέργειας από εναλλακτικές μορφές.
RkJQdWJsaXNoZXIy ODAxNzc=