ΟΙ ΙΣΧΥΡΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 2019
Η αγορά αναψυκτικών και χυμών από το 2017 και μετά εμφανίζει σημεία ανάκαμ - ψης, ξαναβρίσκοντας το βηματισμό της. Ενδεικτικό είναι ότι το 2018, σύμφωνα με στοιχεία της IRI, οι πωλήσεις αναψυ - κτικών στα σούπερ μάρκετ κατέγραψαν θετικό πρόσημο, καθώς διαμορφώθηκαν στα 156,65 εκατ. ευρώ, έναντι 150,88 εκατ. το 2017 και 147,29 εκατ. το 2016. Ίδια είναι και η εικόνα στην κατηγορία των χυμών, με τις πωλήσεις στα σούπερ μάρκετ να ανέρχονται το 2018 στα 102,7 εκατ. ευρώ, έναντι 99,68 εκατ. ευρώ το 2017 και 98,65 εκατ. ευρώ το 2016. Η αναθέρμανση της ελληνικής οικονομί - ας, σε συνδυασμό με την αύξηση του τουριστικού ρεύματος, αναμένεται να συνεισφέρει περαιτέρω στην άνοδο των πωλήσεων. Σε ό,τι αφορά τη διάρθρωση του κλάδου, χαρακτηρίζεται από υψηλή συγκέντρωση σε λίγες επιχειρήσεις, ενώ οι μικρότεροι παίκτες της αγοράς έχουν τοπική εμβέλεια και καλύπτουν, κατά κύριο, λόγο εποχικές ανάγκες. Σημαντική εξέλιξη αποτελεί η ολοένα και μεγαλύ - τερη δημοτικότητα των προϊόντων με στέβια, που συμβαδίζει με την τάση για πιο υγιεινά αναψυκτικά χωρίς την προ - σθήκη ζάχαρης και έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη καινοτόμων κωδικών. H εγχώρια αγορά Σημαντική είναι η συνεισφορά του κλά - δου στην ελληνική οικονομία, καθώς κάθε θέση εργασίας στην παραγωγή μη αλκοολούχων ποτών συνδέεται με 10 θέσεις εργασίας στο σύνολο της οικονομίας, όπως επισημαίνει σε έρευνά του ο ΙΟΒΕ. Στον κλάδο απασχολούνται περισσότεροι από 17.000 εργαζόμενοι, με επιπλέον 5.000 άτομα να αποτελούν τους προμηθευτές του. Μια σειρά επεν - δύσεων σε μονάδες παραγωγής, κυρίως σε περιοχές της περιφέρειας, τονώνουν την τοπική αγορά δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας, αλλά και ενισχύοντας περαιτέρω τομείς όπως η εστίαση, ο κλάδος της συσκευασίας και το εμπό - ριο. Επιπρόσθετα, τα ελληνικά προϊόντα βρίσκουν το δρόμο τους για τις αγορές του εξωτερικού, επηρεάζοντας θετικά το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Οι έντονες προωθητικές ενέργειες που αφορούν τόσο την τιμολογιακή πο - λιτική όσο και τη διαφημιστική προ - βολή των προϊόντων, είναι ένα ακόμα χαρακτηριστικό της αγοράς, όπου σε συνδυασμό με την ανάληψη χορηγικών προγραμμάτων, ισχυροποιούν τη θέση των εταιρειών και το brand awareness, αποτελώντας σημαντικό «αιμοδότη» της διαφημιστικής αγοράς. Η προσφορά του κλάδου στην ελληνική οικονομία Η χαμηλή κατά κεφαλήν κατανάλωση αναψυκτικών και χυμών που καταγρά - φεται στη χώρα μας, προσφέρει περαι - τέρω περιθώρια ανάπτυξης στον κλάδο. Σύμφωνα με την Ένωση Ευρωπαϊκών Συνδέσμων Βιομηχανιών Αναψυκτικών (UNESDA), η κατά κεφαλήν κατανάλω - ση αναψυκτικών στην Ελλάδα το 2012 ανερχόταν στα 52 λίτρα, το 2016 υποχώ - ρησε στα 47,8 λίτρα, ενώ το 2017 έφτασε στα 50 λίτρα. Αντίστοιχα, η κατανάλωση χυμών από τα 13,6 λίτρα το 2012, μειώ - θηκε στα 11,8 το 2016 και κατέγραψε μια μικρή άνοδο στα 12,1 το 2017. Όπως προκύπτει, η εγχώρια κατανάλωση υπο - λείπεται σημαντικά της ευρωπαϊκής, όπου η κατά κεφαλήν κατανάλωση αναψυκτι - κών το 2017 διαμορφώθηκε στα 94,3 λίτρα και στους χυμούς στα 18,3 λίτρα. Το 2017, η κατανάλωση αναψυκτικών στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία της UNESDA, έφτασε στα 536,3 εκατ. λίτρα έναντι 514,2 εκατ. λίτρων το 2016. Σε ό,τι αφορά την κατανάλωση χυμών, το 2017 ανήλθε στα 130,2 εκατ. λίτρα έναντι 127,1 εκατ. λίτρων το 2016. Αναμφισβήτητο γεγονός είναι ότι η αγορά μετακινείται με σταθερούς ρυθμούς στα αναψυκτικά με χαμηλή ζάχαρη, τα οποία το 2012 κατείχαν μερίδιο της τάξης του 17%, ενώ το 2017 έφτασαν να αντιστοιχούν στο 22% της κατανάλωσης, με την τάση να βαίνει αυξανόμενη. Οι προοπτικές του κλάδου
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy ODAxNzc=