Background Image
Previous Page  8 / 52 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 8 / 52 Next Page
Page Background

8

Απολογισμοί

Αισιοδοξία για περαιτέρω βελτίωση

Με βάση όλα τα παραπάνω, βάσιμη θα πρέπει να

θεωρείται ηαισιοδοξίαπουυπάρχει γιαπεραιτέρω

αύξηση και βελτίωση των Απολογισμών ΕΚΕ και

στη χώρα μας. Τα μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης

πουυπάρχουν για τιςπρακτικέςΕΚΕστην ελληνική

επιχειρηματικήσκηνή είναι αδιαμφισβήτητακαι αν

και ηδύσκοληοικονομικήσυγκυρίαδεν επιτρέπει

σαφείςπροβλέψεις, εντούτοιςφαίνεται πως υπάρ-

χει χώρος για συγκρατημένη μεν, αισιοδοξία δε,

στα επόμενα χρόνια.

Τις εξελίξεις σε μεγάλο βαθμό αναμένεται να κα-

θορίσει η Οδηγία στην οποία κατέληξαν -με κα-

θοριστική συμβολή της Ελληνικής Προεδρίας- το

Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που

υποχρεώνει μεγάλες εταιρείες και επιχειρηματι-

κούς ομίλους να δημοσιοποιούν στο εξής, εκτός

από τους ισολογισμούς τους, και στοιχεία Εταιρι-

κής Κοινωνικής Ευθύνης. Τέτοια στοιχεία σχετί-

ζονται με τη δραστηριότητά τους στους τομείς της

προστασίας του περιβάλλοντος, της κοινωνικής

πολιτικής, της καταπολέμησης της διαφθοράς και

της δωροδοκίας, τουσεβασμού των δικαιωμάτων

τουανθρώπου, καθώς και σχετικάμε την ηλικία, το

φύλο, το μορφωτικό επίπεδο και τα επαγγελματι-

κά προσόντα των μελών των οργάνων διοίκησής

τους.

Με την οδηγία αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση εκσυγ-

χρονίζει το νομοθετικό τηςπλαίσιο για την ενίσχυση

της διαφάνειας και λογοδοσίας εταιρειών δημοσί-

ουσυμφέροντος πουαπασχολούνπερισσότερους

από 500 εργαζομένους και οι οποίες υπολογίζονται

σεπερίπου6.000σε ολόκληρη τηνΕ.Ε. Ως εταιρείες

δημοσίουσυμφέροντος ορίζονται οι εισηγμένες σε

χρηματιστήρια, οι τράπεζες, οι ασφαλιστικές εται-

ρείες, καθώς και όσες έχουν σημαντικό δημόσιο

ρόλο εξαιτίας τουμεγέθους τουκύκλου των εργα-

σιών τους και του εταιρικού τους κύρους.

Υποχρεωτική ή εθελοντική πρακτική;

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα η υφιστάμενη νομοθεσία δεν επιβάλλει στις επιχειρήσεις

να εκδίδουν Απολογισμούς Βιωσιμότητας, δεν αναφέρεται στην ποιότητα του περιεχομένου

των Απολογισμών, ούτε υποχρεώνει τη χρήση συγκεκριμένου προτύπου ή/και εξωτερικού

ελέγχου. Σε ένα γενικότεροπλαίσιο, η ελληνική νομοθεσίακαλύπτει διακριτούς τομείς τηςΕΚΕ,

όπως υγιεινή και ασφάλεια, ανθρώπινα δικαιώματα και συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Η

μόνησχετικήνομοθεσία είναι ημεταφορά τηςΕυρωπαϊκήςΟδηγίαςΕκσυγχρονισμού (2003/52/

EC) στο ΕθνικόΔίκαιο με τοΝόμο 3487/06. Ηνομοθεσία αυτή θεσμοθετεί υπέρ της διαφάνειας

και του ελέγχου των εταιρικών οικονομικών δεδομένων και υποχρεώνει οργανισμούς ει-

σηγμένους στο χρηματιστήριο να δημοσιοποιούν τους κινδύνους που συνδέονται με τα πάγια

στοιχεία του ενεργητικού, ενώ επίσης υποχρεώνει τις ρυθμιστικές αρχές να αξιολογήσουν

τους αναφερόμενους αυτούς κινδύνους. Είναι σαφές, όμως, ότι τα ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά

έκδοσηςΑπολογισμώνΑειφορίας, πουπαρατηρούνται σε ορισμένες χώρες (π.χ. Γαλλία, Δανία,

Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και Ινδονησία) οφείλονται και στη νομική υποχρέωση των μεγάλων

εταιρειών (από την κυβέρνηση, ταχρηματιστήριακ.λπ.) για τηδημοσίευση εκθέσεων αναφοράς

όσον αφορά τηνΕταιρικήΕυθύνη. ΗΔανία (1997) ήταν ηπρώτηχώραπου εισήγαγε νομοθεσία

για υποχρεωτική έκδοση Απολογισμών Βιωσιμότητας. Ακολούθησαν και άλλες χώρες όπως

οι Σουηδία, Αυστραλία, Αυστρία, Καναδάς, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ινδονησία, Ιταλία, Μαλαισία,

Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλίακαι ΗνωμένοΒασίλειο. Επιπρόσθετα, όπως σημειώνεται και

σε σχετικήπρόσφατημελέτη της ICAP, όλοκαι περισσότερες κυβερνήσεις και χρηματιστηριακές

αγορές εξετάζουν το ενδεχόμενο για τη νομοθετημένη υποχρέωση εκπόνησης Απολογισμών

Βιωσιμότητας, επιχειρώντας να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες απαιτήσεις των ενδιαφερό-

μενων μερών. Καθώς η έκδοση Απολογισμών Βιωσιμότητας αποτελεί βασικό συστατικό της

εταιρικής διακυβέρνησης, το θέμα νομιμοποίησής της εξετάζεται από διάφορες ρυθμιστικές

αρχές διεθνώς, με κάποιες χώρες να έχουν ήδη κάνει το σχετικό βήμα.